I. Γενικά

Ι.1 Η Συνθήκη της Λισαβόνας, άλλως Μεταρρυθμιστική Συνθήκη (εφεξής: η Συνθήκη), αποτελεί σημαντική εξέλιξη προς την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης:

  • Ισχυροποιεί το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής: EE) στη διεθνή σκηνή και προωθεί τη συνέπεια και συνοχή στις εξωτερικές της σχέσεις και παρεμβάσεις.
  • Δίνει λύση σε καίρια θεσμικά ζητήματα, μεταξύ άλλων, προωθώντας την αναδιάρθρωση του τρόπου λειτουργίας της EE, προκειμένου η ΕΕ να ανταποκριθεί στο διευρυμένο αριθμό των μελών της, βελτιώνοντας τις μεθόδους λειτουργίας των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή των Ευρωπαίων πολιτών στη διαμόρφωση και υιοθέτηση των πολιτικών της ΕΕ (συμμετοχική δημοκρατία).

Οι καινοτομίες, ουσιαστικές και θεσμικές, που εισάγει η Συνθήκη καθιστούν την ΕΕ πιο αποτελεσματική και ενδυναμώνουν τη δημοκρατική της νομιμότητα.
 
Ι.2 Αναγκαία προϋπόθεση για να τεθεί η Συνθήκη σε ισχύ αποτελεί η επικύρωσή της και από τα 27 κράτη – μέλη της ΕΕ. Η ακολουθούμενη διαδικασία επικύρωσης (δημοψήφισμα ή ψηφοφορία στο εθνικό κοινοβούλιο) εξαρτάται από τους ισχύοντες σε κάθε κράτος – μέλος συνταγματικούς κανόνες.

Μετά την υπερψήφιση της Συνθήκης στο δεύτερο ιρλανδικό δημοψήφισμα και την πρόσφατη επικύρωσή της από την Πολωνία, απομένει η υπογραφή του Προέδρου της Δημοκρατίας της Τσεχίας προκειμένου η Συνθήκη να τεθεί σε ισχύ. Αναμένεται το προσεχές διάστημα να αποφανθεί το Συνταγματικό Δικαστήριο της Δημοκρατίας της Τσεχίας περί του αν η Συνθήκη συνάδει προς το Σύνταγμα της χώρας ή όχι. Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πάντως έχει αποκλείσει δημοσίως οποιαδήποτε επαναδιαπραγμάτευση της Συνθήκης και κάλεσε την Τσεχία σε άμεση επικύρωση.

 
ΙΙ. Ποιες αλλαγές επιφέρει η Συνθήκη της Λισαβόνας

1. Σε επίπεδο τρόπου λειτουργίας της ΕΕ
 
1.1 Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενισχύεται ουσιωδώς αφενός με την επέκταση εφαρμογής της «διαδικασίας συναπόφασης» σε πρόσθετους τομείς πολιτικής της ΕΕ (όπως μετανάστευση, άσυλο, νομική συνεργασία σε ποινικής υφής υποθέσεις, αστυνομική συνεργασία κλπ.) αφετέρου με την υπαγωγή επιπλέον θεμάτων στην εξουσία έγκρισής του (προϋπολογισμός, σύναψη διεθνών συμφωνιών). Παράλληλα, προβλέπεται ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα εκλέγει με την πλειοψηφία του όλου αριθμού των μελών του τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μετά από πρόταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ομοίως, στην έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα υπάγεται ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ και τα λοιπά μέλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

1.2 Τα εθνικά κοινοβούλια αποκτούν ενεργό συμμετοχή στις εργασίες της ΕΕ, καθώς τούς παρέχεται η δυνατότητα να εκδίδουν αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με το αν μία νομοθετική πρόταση, προερχόμενη από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας. Η σχετική διαδικασία πραγματοποιείται προτού μία νομοθετική πρόταση τύχει επεξεργασίας από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Κατά συνέπεια, τα εθνικά κοινοβούλια λειτουργούν ως «θεματοφύλακες» της αρχής της επικουρικότητας.

1.3 Οριοθετούνται και κατανέμονται με σαφήνεια οι αρμοδιότητες μεταξύ ΕΕ και κρατών – μελών, ώστε να μην καταλείπεται πλέον αμφιβολία ή σύγχυση ως προς τη μεταξύ τους κατανομή εξουσιών και νομοθετικών παρεμβάσεων ή, κατά περίπτωση, συμπληρωματικών – υποστηρικτικών δράσεων.

1.4 Καθιερώνεται δικαίωμα νομοθετικής πρωτοβουλίας των πολιτών της ΕΕ. Με πρωτοβουλία τουλάχιστον 1 εκ. πολιτών προερχομένων από σημαντικό αριθμό κρατών – μελών δύναται να κληθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προκειμένου να παρέμβει σε θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων της ΕΕ.

1.5 Προβλέπεται για πρώτη φορά η δυνατότητα εκούσιας αποχώρησης κράτους – μέλους από την ΕΕ. Προβλέπεται επίσης, για πρώτη φορά ότι υποψήφιο προς ένταξη κράτος πρέπει να πληροί πέρα από τις προϋποθέσεις ένταξης και πρόσθετα κριτήρια οριζόμενα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπως οι σχέσεις καλής γειτονίας, η επίλυση εκκρεμών ζητημάτων με γείτονες.

2. Σε επίπεδο μεθόδων λειτουργίας των θεσμικών οργάνων της ΕΕ

2.1 Καθιερώνεται μόνιμη θέση Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ο οποίος εκλέγεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για θητεία 2,5 ετών με δικαίωμα επανεκλογής μία φορά. Με τη σχετική πρόβλεψη κατοχυρώνεται η συνέχεια των εργασιών αλλά και η σταθερότητα λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

2.2 Μειώνεται από το 2014, για λόγους ευελιξίας και μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας, η σύνθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στα δύο τρίτα του αριθμού των κρατών – μελών. Η επιλογή των Επιτρόπων θα γίνεται βάσει συστήματος ισότιμης εναλλαγής μεταξύ των κρατών – μελών για μία πενταετή θητεία.

2.3 Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που εκλέγεται απευθείας από τους πολίτες της ΕΕ, θα αριθμεί 750 μέλη (μη συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου του σώματος). Ο αριθμός των βουλευτών μίας χώρας έχει οριστεί κατ’ ελάχιστο όριο σε 6 και κατά μέγιστο όριο σε 96. Ο αριθμός των Ελλήνων Ευρωβουλευτών θα ανέρχεται σε 22 μέχρι το 2014.

2.4 Διευρύνονται οι τομείς πολιτικής της ΕΕ, για τους οποίους εφαρμόζεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σύστημα ψηφοφορίας με «ειδική πλειοψηφία», ώστε η διαδικασία λήψης των αποφάσεων να είναι ταχύτερη και πιο αποτελεσματική. Ομοφωνία θα εξακολουθεί να απαιτείται σε τομείς όπως η φορολογία, η κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας, η άμυνα, η κοινωνική ασφάλιση.

Παράλληλα, ο υπολογισμός των ψήφων στο Συμβούλιο θα γίνεται από το 2014 με βάση τον κανόνα της διττής πλειοψηφίας, δηλαδή θα απαιτείται να συγκεντρώνεται ποσοστό τουλάχιστον 55% των κρατών – μελών (ήτοι τουλάχιστον 15 κράτη – μέλη επί συνόλου 27) και να αντιπροσωπεύει ποσοστό τουλάχιστον 65% του πληθυσμού της ΕΕ. Όσον αφορά στη «μειοψηφία αρνησικυρίας», αυτή πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον 4 κράτη – μέλη, προκειμένου να μην παρεμποδίζεται η λήψη των αποφάσεων από μικρό αριθμό πολυπληθέστερων κρατών – μελών.

2.5 Απλοποιείται το πλαίσιο «ενισχυμένης συνεργασίας» μεταξύ των κρατών – μελών που επιθυμούν να συνεργάζονται στενά σε συγκεκριμένους τομείς. Ο ελάχιστος απαιτούμενος αριθμός των συγκεκριμένων κρατών δεν μπορεί να είναι μικρότερος από 9, τούτο δε προκειμένου να μην θίγονται τα δικαιώματα εκείνων των κρατών που δεν επιθυμούν να ενταχθούν στους κανόνες «ενισχυμένης συνεργασίας».

3. Σε επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ

3.1 Αναγνωρίζεται ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ως νομικά δεσμευτικό κείμενο και κατοχυρώνονται οι προβλεπόμενες σε αυτόν ελευθερίες, δικαιώματα και αρχές. Υποχρέωση συμμόρφωσης και σεβασμού των εν λόγω αρχών και αξιών υπέχουν τόσο τα θεσμικά όργανα της ΕΕ όσο και τα κράτη-μέλη.

3.2 Εισάγεται ρήτρα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών, ώστε αυτά να ενεργούν από κοινού και με πνεύμα αλληλεγγύης, σε περίπτωση που ένα κράτος – μέλος γίνεται στόχος τρομοκρατικής επίθεσης ή πλήττεται εξαιτίας φυσικής ή άλλης καταστροφής.

3.3 Ενισχύονται και διευρύνονται οι αρμοδιότητες της ΕΕ στους τομείς της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Ιδιαίτερη μέριμνα λαμβάνεται επίσης, σε θέματα διασυνοριακής διάστασης που άπτονται της πολιτικής προστασίας, της ανθρωπιστικής βοήθειας και της δημόσιας υγείας, των κλιματικών αλλαγών, της ενεργειακής επάρκειας, του αθλητισμού, τουρισμού κλπ.

Καθοριστικής σημασίας για τα ελληνικά συμφέροντα, δεδομένων της γεωγραφικής θέσης και των ορίων της πατρίδας μας, αποτελεί η ένταξη στην ευρωπαϊκή ατζέντα και η ενιαία, σε επίπεδο ευρωπαϊκής πολιτικής, αντιμετώπιση των θεμάτων διαχείρισης εξωτερικών συνόρων, ασύλου και μετανάστευσης.

 
4. Σε επίπεδο παρουσίας της ΕΕ στη διεθνή σκηνή

4.1 Θεσμοθετείται θέση Ύπατου Εκπροσώπου της ΕΕ για θέματα κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας. Ο Ύπατος Εκπρόσωπος θα είναι επίσης, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής και θα προεδρεύει του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων. Ο Ύπατος Εκπρόσωπος θα διαχειρίζεται τα θέματα εξωτερικής πολιτικής με βάση τις αποφάσεις που θα λαμβάνονται ομόφωνα από την ΕΕ.

4.2 Θεσμοθετείται η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης που θα επικουρεί τον Ύπατο Εκπρόσωπο στο νέο θεσμικό του ρόλο. Η υπηρεσία αυτή θα συνεργάζεται με τις διπλωματικές υπηρεσίες των κρατών – μελών.

4.3 Καθιερώνεται η ενιαία νομική προσωπικότητα της ΕΕ. Η εξέλιξη αυτή ενισχύει το κύρος και τη διαπραγματευτική επιρροή της ΕΕ έναντι τρίτων χωρών και διεθνών οργανισμών.

4.4 Προωθούνται σημαντικές αλλαγές στον τομέα της ευρωπαϊκής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας, όπως η «ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής» μεταξύ των κρατών – μελών. Καλλιεργείται επίσης, το έδαφος για «διαρθρωμένη συνεργασία» μεταξύ των κρατών – μελών που επιθυμούν να συνεργάζονται στενά στον τομέα της άμυνας.

 
ΙΙΙ. Συμπέρασμα

Η Συνθήκη της Λισαβόνας είναι απόρροια της ίδιας της εξελικτικής πορείας της ΕΕ και της αναγκαιότητας να ανταποκριθεί η ΕΕ στις διεθνείς προκλήσεις, τις προσδοκίες και τα αιτήματα των πολιτών για λύσεις και πρακτικά αποτελέσματα. Η επεξεργασία και ο επαναπροσδιορισμός των στόχων, των πολιτικών και των διαδικασιών που διέπουν τη λειτουργία της ΕΕ, όπως αποτυπώνονται στη Συνθήκη της Λισαβόνας, συμβάλλουν στον εκσυγχρονισμό της ΕΕ καθιστώντας την πιο εξωστρεφή, δημοκρατική και αποτελεσματική. Η Ελλάδα ανήκει στον πυρήνα των κρατών που υποστηρίζουν και συμμετέχουν στο ενοποιητικό εγχείρημα.