Η εισήγηση είναι αφενός εκτός δικηγορικής πραγματικότητας, ειδικά τώρα που έχουν καταργηθεί τα ελάχιστα όρια δικηγορικών αμοιβών στο πλαίσιο της απελευθέρωσης των κλειστών επαγγελμάτων
αφετέρου προκλητική όταν όλοι υφιστάμεθα τις συνέπειες ενός υπερδιογκωμένου, σπάταλου και αναποτελεσματικού κράτους. Είναι δε ακόμη πιο προκλητική, αν αναλογιστεί κανείς ότι η φετινή σχολική χρονιά ξεκίνησε χωρίς διανομή σχολικών βιβλίων αλλά με αναπαραγωγή και διανομή φωτοτυπιών.

Η εκτίμηση του κόστους των υπηρεσιών αποτελεί συνάρτηση κάποιων παραμέτρων: α) της φύσης της ένδικης διαφοράς και του βαθμού δυσκολίας στο χειρισμό της, β) του όγκου του φακέλου που θα μελετηθεί, γ) του χρόνου που θα δαπανηθεί γ) και έπειτα, σε ποια μεταφυσική στηρίζεται η κοστολόγηση 5.000 ευρώ για τη μελέτη του φακέλου, πλέον 2.000 ευρώ για κάθε σύνταξη εξωδίκου, πλέον 3.000 ευρώ για κάθε σύνταξη αγωγής, πλέον 10.000 ευρώ για κάθε σύνταξη προτάσεων, πλέον 10.000 ευρώ για κάθε άσκηση ενδίκου μέσου. Και όλα αυτά, ενώ ο Κώδικας περί Δικηγόρων προέβλεπε αμοιβή για σύνταξη αγωγής ανερχόμενη σε 2% επί του αγωγικού αιτήματος και για σύνταξη προτάσεων σε 1%.

Αναρωτιέμαι, λοιπόν, πόσο πια κοστίζει η εξωδικαστική επίλυση της διαφοράς; Έγινε απόπειρα εξώδικης επίλυσής της; Η απάντηση στα ερωτήματα είναι σημαντική πολλώ δε μάλλον όταν, όπως προείπε ο κ. Αντιδήμαρχος Οικονομικών, «ο Δήμος οφείλει να είναι αρωγός σε κάθε περίπτωση που τεθεί σε κίνδυνο η λειτουργία της Εστίας».