Σταχυολογώντας τις απόψεις που εκφράσθηκαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης, περιορίζομαι σε 3 παρατηρήσεις:
1) Η γραμματική διατύπωση του 185 ΚΔΔ είναι σαφής. Όπως σαφής είναι και η βούληση του νομοθέτη, αλλά και ο σκοπός για τον οποίο θεσπίστηκε η σχετική διάταξη.
Επιτρέπεται, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, να παραχωρείται δωρεάν η χρήση ακινήτων που ανήκουν στον Δήμο σε άλλα νομικά πρόσωπα, εφόσον ασκούν αποκλειστικά και μόνο δραστηριότητα, η οποία είναι κοινωφελής ή προάγει τα τοπικά συμφέροντα (άρθρο 185 παρ. 2 ΚΔΔ).
Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος για τον οποίον η εισήγηση του θέματος ερείδεται στο άρθρο 202 ΚΔΚ και όχι στο 185 ΚΔΔ.
Από κει και πέρα, πρέπει να είμαστε ιδιαιτέρως προσεκτικοί. Και το λέω αυτό ως νομικός επειδή η έμμεση ή συγκεκαλυμμένη, λόγω της (εξ αντιδιαστολής) απαγορευτικής διάταξης του άρθρου 185 ΚΔΔ, επιδότηση ενοικίου σε όφελος οποιουδήποτε συλλόγου, και μάλιστα χωρίς κριτήρια και προϋποθέσεις, συνιστά επίσης ευθεία καταστρατήγηση του γράμματος, του πνεύματος και του σκοπού του νόμου.
2) Προσωπικά, με βρίσκει σύμφωνη η εκ μέρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης προσπάθεια ουσιαστικής στήριξης ιδιωτικών πρωτοβουλιών για την προστασία ευπαθών κοινωνικών ομάδων ή για την προώθηση άλλων σκοπών (αθλητικών, πολιτιστικών κλπ.).
Είναι αξιοσημείωτο ωστόσο ότι δεν άκουσα εκείνους που παθαίνουν αλλεργικό σοκ με την ιδιωτική πρωτοβουλία (ανεξαρτήτως τομέα ή πεδίου δράσης) να προτείνουν, με αφορμή τη σημερινή συζήτηση, να ενσωματωθεί η μονάδα φιλοξενίας σε μία από τις υπάρχουσες δομές του Δήμου, μιας που το Κράτος υστερεί σε κοινωνικές δομές και ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι εξ αυτού του λόγου εξόχως σημαντικός…
3) Η σημερινή συζήτηση ξεχείλωσε για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχουν αξιολογικά κριτήρια στην επιδότηση των συλλόγων. Πρέπει να γνωρίζουμε εκ των προτέρων ένα πλαίσιο στο οποίο καλούμαστε να λειτουργήσουμε. Ένα πλαίσιο που θα προδιαγράφεται από αρχές και κανόνες που θα εφαρμόζονται για όλους όσοι αξιώνουν οικονομική υποστήριξη.
Όπως την αρχή της ίσης μεταχείρισης ή της μη διάκρισης μεταξύ των διαφόρων συλλόγων, φορέων κλπ. και την αναλογία παροχής αντιπαροχής, ώστε οι όποιες παροχές να δικαιολογούνται κατά την καλή πίστη, να είναι δίκαιες και εύλογες κατ’ αντικειμενική κρίση, να αποτελούν συνάρτηση του έργου που παράγεται. Ένα έργο που να είναι μετρήσιμο, τεκμηριωμένο, στοχοθετημένο.
Προφανώς αυτό είχε στο μυαλό του ο νομοθέτης όταν προέβλεψε ρητώς στο άρθρο 202 παρ. 1Α. «Με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου είναι δυνατή η παροχή χρηματικών επιχορηγήσεων: ….Πρόσθετη προϋπόθεση για την επιχορήγηση αυτή αποτελεί η κατάρτιση σχετικού προγράμματος δράσης του συλλόγου, για τον αντίστοιχο Δήμο και η έγκρισή του από τον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης».
Κλείνω λέγοντας ότι την όποια απόφασή μου στο ζήτημα της επιχορήγησης του συλλόγου δεν υπαγορεύουν τώρα, ούτε θα υπαγορεύσουν όταν έλθει προς συζήτηση το ζήτημα από τον κ. Δήμαρχο για να εξεταστεί συνολικά με τους λοιπούς συλλόγους και σωματεία, συμπάθειες ή αντιπάθειες ή προσωπικές αξιολογήσεις. Και αυτό, αν και δέχθηκα απρόκλητη και ανοίκεια επίθεση στις εσωκομματικές εκλογές της ΝΔ από την Πρόεδρο του Συλλόγου. Αναρωτιέμαι πώς συνάδουν η φιλανθρωπική δράση και το κοινωνικό έργο που υπερασπίζεται με αχαρακτήριστες λεκτικές επιθέσεις. Κατά τα λοιπά, δεν ασχολούμαι σε προσωπικό επίπεδο αλλά θα περιορισθώ, όταν έλθει η ώρα, στη δράση του συλλόγου.