Δεν μπορεί να κλείσει κανείς τα μάτια του στη νέα πραγματικότητα, όπως έχει διαμορφωθεί, και στην εκρηκτική διάσταση που έχει λάβει το προσφυγικό-μεταναστευτικό ζήτημα.

Δεν μπορεί επίσης να διαφωνήσει κανείς ότι μόνη της η τοπική αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να σηκώσει στους ώμους της τη διαχείριση αυτού του ζητήματος, υποκαθιστώντας την ανύπαρκτη κρατική υπόσταση και λειτουργία.

Λύση στο πρόβλημα επίσης δεν μπορούν να δώσουν μεμονωμένες πρωτοβουλίες από συλλογικότητες ή η  προσφορά και αυταπάρνηση των εθελοντών που δίνουν από το υστέρημά τους. 

Ως υστερόγραφα, όμως, οφείλω να επισημάνω ότι μόλις εσχάτως:

  1. Άρχισε να γίνεται λόγος για διαχωρισμό των μικτών ροών, για διάκριση δηλαδή σε πρόσφυγες και μετανάστες.
  2. Προστέθηκε δίπλα στον ανθρωπισμό και την αλληλεγγύη η λέξη ασφάλεια.  
  3. Αναγνωρίσθηκαν τα προαναχωρησιακά κέντρα που είχαν απαξιωθεί.

Σημειωτέον ότι προ 1,5 έτους περίπου γινόταν λόγος για την Ελλάδα μόνον ως φιλόξενου και ασφαλούς διαδρόμου στο ταξίδι των προσφύγων για την Ευρώπη. Από χώρα transit δηλαδή έχουμε γίνει τώρα χώρα εγκατάστασης για άδηλο μάλιστα διάστημα. Ελπίζω και εύχομαι να μην γίνουμε και χώρα διακίνησης. 

Επειδή οι νωπές στην μνήμη μας τρομοκρατικές επιθέσεις έχουν ήδη προκαλέσει ανησυχία ως προς την (α)προθυμία κάποιων κρατών-μελών της Ε.Ε. να δεχθούν πρόσφυγες, ζητούμενο κατά την άποψή μου παραμένει, ακόμη και σήμερα που μιλάμε, το πλαίσιο δράσης – σχέδιο – προγραμματισμός από το Υπουργείο Εσωτερικών και την Περιφέρεια. Χρειάζεται οργάνωση και συντονισμός όλων των φορέων για να λειτουργήσουν όπως πρέπει οι δομές και να υπάρξει αυστηρός έλεγχος, προκειμένου η προσπάθεια να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. 

Υποθέτω ότι η κυβέρνηση θα εκπονήσει πολιτική παραμονής των προσφύγων στην ελληνική κοινωνία, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη όλες τις παραμέτρους που εγείρονται με το ζήτημα, και θα χαράξει στρατηγική με βάση τα δεδομένα που θα έχει στα χέρια της (αριθμός προσφύγων, φύλο, οικογενειακή κατάσταση, ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, φοίτηση αλλόγλωσσων παιδιών σε σχολεία, θρησκεία). Απαιτείται δε σε κεντρικό επίπεδο να εξασφαλισθεί από τώρα η επαρκής χρηματοδότηση των δράσεων.

Κρίνω, συνεπώς, ότι όλες οι πρωτοβουλίες μας πρέπει να κουμπώσουν σε ένα σχέδιο δράσης της κεντρικής διοίκησης. Δεν μπορεί κάθε Δήμος να ενεργεί μεμονωμένα ή μονομερώς. Αφήστε που δεν είμαι σίγουρη ότι διαθέτουμε την αναγκαία στελέχωση, τεχνική υποδομή, διαχειριστική επάρκεια ή τεχνογνωσία αν θέλετε, για να κάνουμε κάτι τέτοιο. Εδώ ακόμη και η γλωσσική επικοινωνία είναι δύσκολη. 

Κλείνω λέγοντας ότι οι όποιες ενέργειές μας πρέπει να είναι ισορροπημένες. Όλες οι κινήσεις μας πρέπει να είναι προσεκτικές ώστε να μην διαρραγεί η κοινωνική συνοχή, να διασφαλίζεται η υγεία και ασφάλεια των πολιτών, να μην θιγεί το δίχτυ προστασίας των συμπολιτών μας που έχουν ανάγκη, να μην διαταραχθεί η καθημερινή λειτουργία των πόλεων, η καθημερινότητα των πολιτών.  

Συμφωνώ με την εισήγηση του κ. Δημάρχου επί του θέματος. Απλώς, θεωρώ ότι πρέπει να βαστάμε δυνάμεις επειδή, απ’ ότι φαίνεται, τα ρεύματα στο προσεχές μέλλον θα είναι δυσανάλογα μεγαλύτερα αυτών που μπορεί να αντέξει η Ελλάδα.