Νιώθω ότι συζητάμε τα αυτονόητα, επικαλούμενοι παράλληλα την κοινή λογική.

Δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς ότι ζούμε υπό συνθήκες πίεσης στο πεδίο της υγειονομικής προστασίας και ασφάλειας.

Καμία απαγόρευση συνάθροισης δεν θα χρειαζόταν, εάν μπορούσαμε να ανταποκριθούμε είτε ως κόμματα, είτε ως συλλογικότητες, είτε ως μονάδες στο υψηλό αίσθημα ευθύνης, αλληλεγγύης και συνοχής που απαιτούν οι σημερινές συνθήκες.

Όπως δηλαδή έγινε το Πάσχα, την 25η Μαρτίου, την 28η Οκτωβρίου.

Η απαγόρευση επιβλήθηκε για εύλογο χρόνο σε όλη την Επικράτεια, εντός των ορίων που προδιαγράφονται από την αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του Σ, της ΕΣΔΑ, της απόφασης του ΣτΕ. Θυμίζω ότι ανάλογη απαγόρευση επιβλήθηκε όταν ήλθε στην Ελλάδα ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ, κ. Μπαράκ Ομπάμα (δημοσίευμα της «ΑΥΓΗ» με ημερομηνία 14.11.2016).

Και ερωτώ: Πώς δικαιολογείται η όποια συνάθροιση όταν έχει επιβληθεί αυστηρό lockdown στη χώρα, όταν ισχύει περιορισμός στις μετακινήσεις μας, όταν έχουν επιβληθεί ατομικά διοικητικά μέτρα ή κανονιστικού χαρακτήρα μέτρα για την προστασία της δημόσιας υγείας;

Είναι εκτός πραγματικότητας, εκτός τόπου και χρόνου, και πάντως περιττός ο κομματικός ανταγωνισμός για το θέμα αυτό, όταν τίθεται σε κίνδυνο η δημόσια υγεία και όταν εκπέμπεται εσφαλμένο μήνυμα στην κοινωνία τη στιγμή που συνάνθρωποί μας δίνουν τη μάχη για τη ζωή τους, τη στιγμή που βρισκόμαστε στο μέσο της πανδημίας.

Και κλείνω: Όλοι είμαστε ίσοι ενώπιον του νόμου. Το μονοπώλιο της δημοκρατικότητας δεν μπορεί να το διεκδικούν κάποιοι σε βάρος των πολλών, ειδικά όταν η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων συμμορφώθηκαν με τη νομοθεσία και τη δικαστική απόφαση και δεν συμμετείχαν σε συγκεντρώσεις.